Από τη στιγμή που κάποιος πέταξε ένα ποτήρι που περιείχε… ούρα στον ποδηλάτη Chris Froom κατά τη διάρκεια του θρυλικού Tour de France, η ερώτηση αν είναι καλύτερο να είσαι βαρετός ή χαμένος, απασχολεί για μια ακόμα φορά τα media που ασχολούνται με τον αθλητισμό. Για να κάνουμε μια στροφή προς το ποδόσφαιρο, οι πρόσφατες δηλώσεις του Sam Allardyce σχετικά με το αγγλικό ποδόσφαιρο, με τον Μπιγκ Σαμ να μην είναι από αυτούς που μασάνε τα λόγια τους, έρχονται να τροφοδοτήσουν το σχετικό debate και τη συζήτηση γύρω από το συγκεκριμένο ερώτημα δίνοντας την αφορμή για συγκρίσεις και ανάλυση.

Ο Allardyce μπορεί σίγουρα να αποκαλεστεί ως βαρετός, με καθαρά ποδοσφαιρικά κριτήρια φυσικά, αφού σαν προσωπικότητα μόνο τέτοιος δεν είναι. Από την άλλη όμως η εναλλακτική στον πραγματισμό και τον ρεαλισμό που επιδεικνύει κοουτσάροντας ποδοσφαιρικές ομάδες, είναι συχνά η ήττα, όσο κι αν αυτή συχνά μπορεί να παρουσιάζεται με ελκυστικότερο τρόπο σε ένα συνολικά πιο όμορφο πακέτο. Το ερώτημα είναι, οι οπαδοί προτιμούν άραγε μια συναρπαστική ήττα, ή μια βαρετή επάρκεια;

Στην πρόσφατη καριέρα του, από τη θητεία του στην Μπόλτον και μετέπειτα, ο Μπιγκ Σαμ έχει αναλάβει τα ηνία τεσσάρων ομάδων, έχοντας απολυθεί από όλες αυτές τις θέσεις. Πρώτα η Μπόλτον, στη συνέχεια η Νιούκαστλ και η Μπλάκμπερν, με την Γουέστ Χαμ να προστίθεται τελευταία στον κύκλο αυτό, με την απομάκρυνσή του να είναι ακόμα νωπή και τη διαμάχη με τα “σφυριά” να μην έχει κοπάσει με καυστικές δηλώσεις εκατέρωθεν. Με τη Μπόλτον κατάφερε να πετύχει τρία πλασαρίσματα εντός δεκάδας, τερματίζοντας σε 8η, 6η και ξανά 8η θέση, για να φύγει προς το τέλος της σεζόν του 06/07, όταν και η Μπόλτον τερμάτισε τελικά 7η. Την αμέσως επόμενη σεζόν τερμάτισε 16η και μετά από τρεις ακόμα μετριότατες σεζόν, όταν και τερμάτισε 13η και 14η, υποβιβάστηκε το 2012.

Στον επόμενο σταθμό της καριέρας του, τη Νιούκαστλ, απολύθηκε μετά από οκτώ μήνες στον πάγκο, εξαιτίας “κακών αποτελεσμάτων και φτωχού ποιοτικά ποδοσφαίρου” (τουλάχιστον αυτόν τον ισχυρισμό διαβάζει κανείς στη σελίδα του Μπιγκ Σαμ  στην  Wikipedia). Σε ότι αφορά τα αποτελέσματα κέρδισε με τις καρακάξες 1.12 πόντους ανά παιχνίδι, νούμερο υψηλότερο από το 1.06 το οποίο κατάφερε να κερδίσει η πρώην ομάδα του στο υπόλοιπο της σεζόν μετά την αποχώρησή του. Την επόμενη σεζόν η Νιούκαστλ υποβιβάστηκε.

Τον Δεκέμβριο του 2008 ανέλαβε τα ηνία της Μπλάκμπερν και την οδήγησε στη δέκατη θέση για τη σεζόν 09/10, για να απολυθεί και πάλι, από τους νέους ιδιοκτήτες των “ρόδων” τον Νοέμβριο του 2010. Εκείνη τη σεζόν, η Μπλάκμπερν τερμάτισε τελικά 15η και την αμέσως επόμενη (σίγουρα το μαντέψατε)… υποβιβάστηκε. Ίσως ο Allardyce τυχαίνει να αναλαμβάνει ομάδες που οι διοικήσεις τους αποτυγχάνουν να διαχειριστούν σωστά και κάνουν διαρκώς λανθασμένες επιλογές, ή ίσως από την άλλη ξέρει πολύ καλά πότε να εγκαταλείψει το πλοίο, λίγο πριν αυτό βυθιστεί. Σε κάθε περίπτωση διατηρεί τη φήμη πως όλες οι ομάδες του παίζουν κακό ποιοτικά ποδόσφαιρο, που ποτέ δεν αρέσει στους οπαδούς… Στη συνέχεια βέβαια αυτή η δυσαρέσκεια των οπαδών, για τον τύπο του ποδοσφαίρου που παίζει η ομάδα τους, αντικαθίσταται από μια άλλη δυσαρέσκεια… αυτή των κακών αποτελεσμάτων και του υποβιβασμού.

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την Τσέλσι, η οποία σταθερά χλευάζεται από τους πολέμιούς της, πως παίζει με απίστευτη κυνικότητα και… παρκάρει το λεωφορείο μπροστά στο τέρμα για να πάρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Παρά τα πειράγματα όμως η Τσέλσι έχει αδιαμφισβήτητα υπάρξει άκρως επιτυχημένη τα τελευταία χρόνια, έχει κατακτήσει τίτλους με πιο πρόσφατο αυτόν της περσινής Premier League. Συγκρίνετε αυτήν την πορεία με την  Άρσεναλ, της οποίας οι οπαδοί βλέπουν τις περισσότερες φορές συναρπαστικό, στυλάτο και όμορφο ποδόσφαιρο, όμως αν εξαιρέσει κανείς τα δυο κολλητά FA Cup τα δυο τελευταία χρόνια, δεν έχει καταφέρει να πάρει σημαντικό τίτλο και κυρίως το πολυπόθητο εγχώριο πρωτάθλημα. Εδώ έρχεται πάλι το ερώτημα… βαρετός ή χαμένος;

Φυσικά ο Froome που έδωσε αφορμή για την αναγωγή του ερωτήματος στο ποδόσφαιρο, τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Ο ποδηλάτης έχει πολέμιους στη Γαλλία και τον μισούν γιατί υπήρξε μυστηριωδώς πάρα πολύ καλός τελευταία… Το ερώτημα: Θα ήταν καλύτερο να κλέψει σε ένα σπορ στο οποίο παλαιότεροι αποδεδειγμένοι χρήστες αναβολικών, επέστρεψαν μετά βαΐων και κλάδων στο άθλημα, αντί να αποπεμφθούν για πάντα, όπως θα υπαγόρευε η κοινή λογική; Ακόμα και ο Λανς Άρμστρονγκ, αυτός ο τεράστιος απατεώνας και μάστερ της εξαπάτησης, διατήρησε την καριέρα του και το εισόδημα που του προσφέρει η ποδηλασία, παρά τον δημόσιο εξευτελισμό και την πτώση του από το βάθρο του ανίκητου βασιλιά. Τελικά είναι ευκολότερο να συγχωρήσει κανείς το ντόπινγκ από τη βαρεμάρα;

Για να επιστρέψουμε στο ποδόσφαιρο, προφανώς κανείς δεν πρόκειται να μην καταδικάσει όσους χρησιμοποιούν ανήθικες πρακτικές και προσπαθούν να κλέψουν στο άθλημα, όμως παράλληλα σιωπούμε και κάνουμε τον… Κινέζο όταν η ομάδα μας ευνοείται κατάφορα σε βάρος κάποιας άλλης. Οι βουτιές στην απέλπιδα προσπάθεια να κερδηθεί κάποιο πέναλτι προκαλούν έκρηξη οργής όταν γίνονται από παίκτη της αντίπαλης ομάδας, ενώ όταν κάποιος δικός μας το επιχειρεί… απλά κοκκινίζουμε ελαφρά από ντροπή (στην καλύτερη των περιπτώσεων-γιατί αρκετοί φωνάζουν… Ο ορισμός του πέναλτι κυρία μου!)

Όλα αυτά ίσως συμβαίνουν γιατί κατά βάθος όλοι ξέρουμε πως τα σπορ είναι απλά ένα παιχνίδι και η διασκέδαση που κερδίζουμε από αυτά, είναι ότι ουσιαστικά μετράει περισσότερο. Πιθανότατα βέβαια  είμαστε οι περισσότεροι και μεγάλοι υποκριτές, κάτι που σίγουρα γίνεται όλο και φανερότερο, όσο μεγαλύτερο είναι το σαράκι του οπαδού που μας κατατρώει.